Συνολικές προβολές σελίδας

Πέμπτη 22 Απριλίου 2010

Γεωργικές εργασίες

Κατά το φθινόπωρο γίνεται και το καθάρισμα των διάφορων δέντρων για να πεταχτούν τα ξεράδια και οι παραπανίσοι κλάδοι, ώστε να ξεπλαντάξει (αραιώσει) το δέντρο, για να λιάζεται να αερίζεται καλύτερα και να δυναμώσει.

Στην ίδια εποχή και μάλιστα πριν από το καθάρισμα - τέλη καλοκαιριού αρχές φθινοπώρου γίνεται το κέντρισμα (εμβολιασμός) των άγριων δέντρων προς εξημέρωση. Το κέντρισμα γίνεται κατά δυο τρόπους, με το μάτι και με το καλέμι. Με το μάτι κεντρίζονται τα σχετικά νέα δέντρα με λουμάκους (όχι χοντρούς βλαστούς). Κατά τον τρόπο αυτό ο κεντριστής χαράσσει πάνω στο φλούδακα (φλοιό) του λουμάκου του άγριου δέντρου δυο τομές, μια κάθετη και στη κορφή της μια άλλη οριζόντια, ώστε να σχηματιστεί το γράμμα Τ κεφαλαίο. Το μήκος των τομών δεν πρέπει να είναι πάνω από δυο - τρεις πόντους και το βάθος να φτάνει μέχρι το σκληρό ξύλο. Κατόπιν χτυπά ελαφρά με το μανίκι (λαβή) του κεντριστηριού (ειδικό μαχαίρι) τα πλάγια της ορθής τομής για να ξεκολήσει ο φλοιός από το ξύλο. Αμα πετύχει το ξεκόλημα του φλούδακα ανοίγει γλήγορα-γλήγορα τα πλαϊνά του ταφ και χώνει μέσα το ήμερο μάτι, το οποίο είχε αποσπάσει προηγουμένως από βλαστό του ήμερου και το κρατούσε αποξυλωμένο πάνω στη γλώσσα του. Αφού τοποθετήσει το φλοιό του ήμερου ματιού μέσα στην εγκοπή του ταφ με το μάτι ελαφρώς έξω από την εγκοπή δένει (σπαργανώνει) δυνατά το μπόλι με λουρίδα πανί ή χοντρό τρίχινο σπάγο για να κολήσει ο φλοιός του ματιού πάνω στο ξύλο της τομής του άγριου για να τροφοδοτηθεί με το χυμό του και να πιάσει. Οταν πιάσει ανοίγει το μάτι του ήμερου, οπότε το λύνουν για να βλαστοσύρει (βλαστήσει) ελεύθερα το κεντρί και να γίνει ήμερη κεντράδα.

Ο άλλλος τρόπος κεντρίσματος με το καλέμι εφαρμόζεται σε άγρια δέντρα προχωρημένα σε πάχος κορμού και ηλικία, που δε μπορεί να γίνει μπόλιασμα με το μάτι. Στην περίπτωση αυτή κόβονται οι κλώνοι του άγριου δέντρου με σάρακα οριζόντια στο ύψος που θα γίνει το μπόλιασμα. Ετοιμάζονται τα μπόλια από ήμερο δέντρο με αποκοπή μικρών κομματιών του βλαστού με ένα δυο μάτια στο καθένα. Πελεκούνται προσεκτικά στο κάτω άκρο, ώστε στο άκρο αυτό να μείνει φλοιός του ήμερου χωρίς ξύλο και τυλίσσονται έπειτα σε ογρό (υγρό) πανί. Κατόπιν ο κεντριστής ανοίγει προσεκτικά με ειδικό αιχμηρό εργαλείο, από σκληρό ξύλο ή από κόκκαλο, τρύπες μεταξύ φλοιού και ξύλου του άγριου δέντρου, τόσες όσα μπόλια θέλει να βάλει και αμέσως παίρνει ένα-ένα τα μπόλια και τα κατεβάζει με πολλή προσοχή μέσα στα ανοίγματα -τρύπες- σε τρόπο ώστε ο αποξυλωμένος φλοιός του ήμερου να μη διπλώσει, αλλά να έρθει σε επαφή με το ξύλο του άγριου και ύστερα περιτυλίσει δυνατά με πανί ή σπάγο σα στεφάνι το άκρο που μπήκαν τα μπόλια και μετά σκεπάζει με βρεγμένο χώμα την επίπεδη επιφάνεια της σαρακισμένης κοπής για να μην περνά ο ήλιος και αποξεράνει την όλη δουλειά.

Πάντως ο πιο καλός τρόπος κεντρίσματος είναι με το μάτι, γιατί δίδει τα πιο άσφαλτο αποτελέσματα. Μόνο το κέντρισμα της συκιάς παρουσιάζει ιδιοτυπία, γιατί ενώ σε όλα τα δέντρα το μάτι του εμβολίου είναι στραμμένο προς τα πάνω, στη συκιά το μάτι και το Τ είναι ανάποδα προς τα κάτω και αυτό για να προφυλαχτούν από το γάλα της συκιάς που τρέχει συνεχώς.

Εκείνο όμως που πρέπει να προσέχει ο κεντριστής είναι να αποφεύγει το κέντρισμα όταν επικρατεί νοτιάς, γιατί αποξεραίνονται οι χυμοί και το πιάσιμο (η επιτυχία) είναι προβληματικό.

Και το καθάρισμα των δέντρων και το κέντρισμα εξακολουθούν να γίνονται με τα χέρια, γιατί εδώ δε σηκώνει (χωρεί) μηχανοποίηση.

Εργαλεία που χρησιμοποιούνται είναι:

Το μπαλταδάκι με ατσάλινη πολύ κοφτερή κόψη,

Μανάρα (μεγάλος πέλεκις) για κόψιμο μεγάλων κορμών,

Ο σάρακας (οδοντωτό εργαλείο χεροκίνητο),

Το κεντριστήρι , ειδικό μικρό ατσάλινο μαχαίρι πολύ κοφτερό που διπλώνει σε κοκκάλινη λαβή,

Το καλέμι αιχμηρό μικρό εργαλείο από ξερό σκληρό ξύλο ή κόκκαλο και τα πανιά ή οι σπάγοι δεσίματος.

Στις φθινοπωρινές δουλειές συγκαταλέγεται και το φύτεμα των νέων δέντρων και της χειμωνιάτικης πατάτας (που βγαίνει το χειμώνα) και που περιορίζεται μόνο στσι γιαλιές (παραθαλάσσια) όπου επικρατεί σχετικά ζεστός καιρός.






Τετάρτη 21 Απριλίου 2010

Ανεκδοτο

Πάει λέει μια φορά ο Ψαραντώνης, σε ένα καφενείο ενός παλιού του φίλου, στο Τυμπάκι και κάθεται έξω, βγαίνει έξω ο καφετζής τονε θωρεί με γύψο στα χέρια και επιδέσμους στο κεφάλι και τον ρωτά:
- Ιντά ‘γινε μωρέ Αντώνη, ιντά ‘παθες;
-Εεε ιντά ‘παθα… να, τονε θωρείς έκειωνε το στύλο;
- Ναι τονε θωρώ…
- Ε! μα εγώ δε τον είδα!!!

Γνωμικά!